Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης: Η δική μας οικολογία

Ήδη από το 1982 έχουμε πει ότι αντιλαμβανόμαστε την οικολογία ως το εργαλείο ανάλυσης, κριτικής και αλλαγής της κοινωνίας, που ξεκινάει από μια καινούργια οπτική γωνία, για να επανατοποθετήσει τον άνθρωπο μέσα στη φύση, αξιοποιώντας τα πορίσματα της επιστήμης και μετουσιώνοντάς τα σε κοινωνική πρακτική, με άξονες πλεύσης την αλληλεξάρτηση, τη φυσικότητα, την πολλαπλότητα και την πολυμορφία. Έτσι, γίνεται κατανοητό ότι η οικολογία, πέρα από τον εντοπισμό των φυσικών νόμων που διέπουν τα οικοσυστήματα, την καταγγελία της ανατροπής της οικολογικής ισορροπίας και τον αγώνα για την προστασία του περιβάλλοντος, επεκτείνεται αναπόφευκτα στην κριτική του τρόπου ζωής, παραγωγής και κατανάλωσης. Σε τελική ανάλυση και αντίθετα απ’ ότι πολλοί πιστεύουν, η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στη φύση δεν είναι παρά αντανάκλαση της κυριαρχίας ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο. Αυτό πρεσβεύει η κοινωνική οικολογία, που δεν αρκείται να κολλάει τσιρότα στο πληγωμένο κορμί του πλανήτη.

Ίσως οι στόχοι μας να ‘ναι φιλόδοξοι. Αλλά θέλουμε να αλλάξουμε πολιτισμό. Να ξεπεράσουμε τη βιομηχανική, καπιταλιστική κοινωνία της κυριαρχίας και στη θέση της να οικοδομήσουμε μια οικολογική κοινωνία αυτόνομων κοινοτήτων και ανθρώπων. Μια κοινωνία που να αποτελεί μια “αρμονική σύνθεση πάθους, ορθολογικότητας και φαντασίας”. Και για να γίνουμε πιο σαφείς, ας δούμε που εστιάζεται η οικολογική κριτική και που στοχεύουν οι εναλλακτικές λύσεις που προτείνουν οι οικολόγοι.

Μετά την κατάρρευση του κρατικού και γραφειοκρατικού σοσιαλισμού (δηλαδή καπιταλισμού) της Ανατολής, το δυτικό καπιταλιστικό μοντέλο και μάλιστα με ορμή της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας, που επηρεάζει και τους σοσιαλιστές, “παγκοσμιοποιείται” και κυριαρχεί παντού, ακόμη και με τη δύναμη των όπλων.

Με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση, η κοινωνία που ζούμε λατρεύει, με θρησκευτική σχεδόν ευλάβεια, την “εργασία”, την “παραγωγή”, την “πρόοδο” και την “ανάπτυξη”, που νοούνται μόνο ως πρόοδος και ανάπτυξη των “παραγωγικών δυνάμεων”, δηλαδή του κέρδους. Εργαλεία αυτής της “ανάπτυξης” αποτελούν η “ουδέτερη”, όπως θέλει να εμφανίζεται, επιστήμη και τεχνολογία.

Η κοινωνία της ανάπτυξης που ζούμε, δομείται καθ’ εικόνα και ομοίωση του τρόπου παραγωγής. Είναι συγκεντρωτική ως προς την κατανομή της εξουσίας, συγκεντρωτική όσον αφορά τη χωροταξία της και τις βασικές ανθρώπινες λειτουργίες, τυποποιημένη όσον αφορά τις συμπεριφορές της, μαζοποιημένη ως προς τις ανθρώπινες εκδηλώσεις, πληθωρική και γιγαντομανής ως προς τα μεγέθη.

Αυτός ο τρόπος δόμησης της κοινωνίας και της παραγωγής, που βασίζεται στην κυριαρχία και την αυστηρή ιεράρχηση των αρμοδιοτήτων και των προνομίων, που υποτιμά το «θηλυκό» και καταπνίγει τις ιδιαιτερότητες, είναι που έχει οδηγήσει την ανθρωπότητα στο χείλος της οικολογικής καταστροφής, που έχει καταδικάσει το μισό πληθυσμό της Γης σε θάνατο από πείνα και που θέτει τη ζωή σε συνεχή αμφισβήτηση με την απειλή ενός πυρηνικού ολέθρου.

Ε, λοιπόν αυτή η κοινωνία δεν μας κάνει. Οφείλουμε να την αλλάξουμε. Πρέπει να την αλλάξουμε. Και οι προτάσεις των οικολόγων γι’ αυτό είναι σαφείς.

Ήδη από το 1982 αντιπροτείνουμε «μια κοινωνία απελευθερωμένη από τη λογική της «προόδου», της ανεξέλεγκτης παραγωγής και της αυστηρής εξειδίκευσης, βασισμένη στην αυτοδιαχείριση και την αυτοοργάνωση, που ξανατοποθετεί τον άνθρωπο σε αρμονική σχέση με το περιβάλλον του». Αυτή η οικολογική κοινωνία των αυτόνομων κοινοτήτων, δομείται με βάση τις αρχές του συνομοσπονδισμού, την αυτοδιαχείριση της παραγωγής και την αυτορύθμιση, προκρίνει τα μικρά μεγέθη, την αποκέντρωση και τις ήπιες εναλλακτικές τεχνολογίες, σέβεται τους φυσικούς κύκλους και επαναπροσδιορίζει τις ανθρώπινες ανάγκες.

Σε κοινωνικό επίπεδο, η οικολογική σκέψη αρνείται την πατριαρχική δομή της κοινωνίας μας, προσπαθώντας να δώσει στις γυναίκες τη θέση που τις αξίζει και ενσωματώνοντας τις «γυναικείες αξίες» στην οικολογική κουλτούρα.

Αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα στη διαφορά, γιατί μια οικολογική κοινωνία δεν μπορεί παρά να είναι ταυτόσημη με την ποικιλότητα και την πολυμορφία των τρόπων έκφρασης, συμπεριφοράς, σκέψης, κουλτούρας και ζωής. Σε επίπεδο κοινωνικής οργάνωσης, η οικολογική σκέψη αρνείται την ιεραρχία και τις εξουσιαστικές σχέσεις και αντιπροτείνει την άμεση δημοκρατία, με όλα τα χαρακτηριστικά που της έχουν προσδώσει οι κοινωνικοί αγώνες και εμπειρίες, από την απαρχή της ανθρώπινης ιστορίας και ιδιαίτερα στην αρχαία αθηναϊκή πόλη. Δηλαδή αμεσότητα, συμμετοχή, εναλλαγή στα καθήκοντα και τα πόστα, άμεση ανάκληση, ισότιμη συμμετοχή ανδρών-γυναικών, σεβασμό και προβολή των απόψεων που μειοψηφούν κ.λ.π.

Για να μπορέσουν όλα αυτά να εφαρμοστούν στην πράξη, πιστεύουμε ότι πρέπει να αποφεύγουμε την κινούμενη άμμο της κεντρικής πολιτικής σκηνής, τον καριερισμό, τις ποικίλες εξαρτήσεις και τους επαγγελματίες του σταρ σύστεμ. Η τοπική δράση, η πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία, η πολιτική με τα καθημερινά της ρούχα μας συγκινούν περισσότερο. Γι’ αυτό και εκτιμούμε ιδιαίτερα όσους και όσες δραστηριοποιούνται σε δημοτικό και νομαρχιακό επίπεδο.

Τέλος, επειδή «δε μπορούμε να βασιστούμε σε κάποια αδυσώπητη πορεία της ιστορίας που θα μας σώσει αν δεν πετύχει ο δικός μας ιστορικός αυτομετασχηματισμός», προτείνουμε δύο προϋποθέσεις για τον αγώνα μας.

Η πρώτη προϋπόθεση αφορά τον τρόπο δράσης. Συνοψίζεται στη φράση «σκέψου συνολικά, δράσε τοπικά». Γιατί χωρίς συνολική θεωρία και παγκόσμια αντίληψη ο αγώνας μπορεί να ’ναι αδιέξοδος. Και η δεύτερη λέει πως η οικολογική σκέψη δεν πρέπει να μείνει στο επίπεδο της ιδεολογίας, αλλά να γίνει άμεσα -από σήμερα όπου αυτό είναι δυνατό- πράξη, τρόπος ζωής.

Ξεκίνα λοιπόν από τις δικές σου ανάγκες και μην περιορίζεσαι στο ρόλο του ιεραπόστολου ούτε το ρόλο του κυνικού παρατηρητή. Στο κάτω- κάτω η χειραφέτησή μας ή θα είναι έργο δικά μας ή δε θα υπάρξει ποτέ.